Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010

Περιπέτεια στη Νεραιδοχώρα 1 (μέρος 8ο) - An Adventure in Fairyland 1 (part 8)

Ύστερα απο λίγο, τα Πίξι έφυγαν και η Μέι και η Φέι απέμειναν να κοιτούν το σκοτεινό δάσος και το ολόγιομο φεγγάρι απο το παραθυράκι τους μη μπορώντας να κάνουν τίποτα άλλο προς το παρόν.


Πως την έπαθαν έτσι! Μα ήταν αποφασισμένες να εφαρμόσουν τη συμβουλή της σοφής Μάντισσας, πάση θυσία!

Για αιώνες ολόκληρους, οι νάνοι- ξωτικά Κόμπολντ, πήγαιναν κάθε πρωί στη δουλειά τους, στα ορυχεία, με το χαμόγελο και το τραγούδι στα χείλη : - Κάθε πρωί, με το ξημέρωμα και τη χαρά, πάμε όλοι στη δουλειά...

Όμως εδώ και μέρες, το τραγουδι όπως και το χαμόγελο είχαν εξαφανιστεί απο τα μικροσκοπικά τους χείλη!

Ειδικά σήμερα, οι νάνοι προχωρούσαν με βήμα αργό, βαρύ γιατί φοβόντουσαν αυτό που επρόκειτο τελικά να αντικρύσουν.

Πάλι κι εκείνο το πρωινό, έλειπαν πολύτιμα πετράδια της προηγούμενης μέρας. Ίσως και περισσότερα απο κάθε άλλη φορά!

- Αρχηγέ!, πετάχτηκε ένας απο αυτούς με μακριά κόκκινη γενειάδα, πρέπει να λάβουμε δραστικά μέτρα πια!

- Ναι, ναι, φώναξαν όλοι μαζί οι νάνοι.

- Εντάξει, σύντροφοι μου, δεν μπορώ να διαφωνήσω πια. Έχετε δίκιο, έκανε αποκαμωμένα ο καλόκαρδος ασπρομάλλης αρχηγός τους, σήμερα κιόλας πριν τη δύση του ηλίου, θα πάω να βρω τους Ντέβας . Ίσως αυτοί κατορθώσουν να βγάλουν μια άκρη.

Τα τζιτζίκια γύρω τους, άρχισαν το μονότονο τους τραγούδι. Πιο δυνατά αυτή τη φορά!

Οι νάνοι, συνηθισμένοι σε αυτό τις τελευταίες μέρες έπαψαν να παραπονιούνται και να τους δίνουν σημασία.

Μόνο για μια στιγμή ένας μικρούλης νάνος, αμούστακος ακόμα, στάθηκε και άκουσε προσεκτικά τα λόγια του τραγουδιού τους και σαν κάτι να τον παραξένεψε αλλά αμέσως μετά, επικεντρώθηκε στη βαριά δουλειά του.

<Τρα λα λα, τρα λα λο το αερικό ατίθασι και ζωηρό έκανε όλο το κακό...>

-Μαμά, μπορούμε σήμερα να βγούμε για μια μικρή βόλτα; ρώτησε η Φέι διστακτικά και λίγο ναζιάρικα.

Η γαλάζια νεράιδα, ήταν καθισμένη στη βεράντα τους, ένα χοντρό κλαρί σκεπασμένο με δροσερά πράσινα φύλλα. Κρατούσε το πλεκτό της και συνομιλούσε με μια περαστική καρδερίνα.

- Όχι Φέι, δε μπορείτε, αποκρίθηκε κοφτά η μητέρα της.

- Μα μαμά, για πόσο θα είμαστε ακόμη τιμωρημένες; ζητήσαμε συγνώμη και υποσχεθήκαμε στη νεραιδική μας τιμή πως δεν πρόκειται να το ξανακάνουμε!

- Άντε, καλά! Αλλά θα βγείτε μετά το μεσημέρι.

- Γιατί μαμά; έκανε πάλι η Φέι ανυπόμονα.

- Διότι περιμένουμε τη θεία Μπεφάνα για φαγητό.

- Ωχ! συλλογίστηκε η Φέι κι έτρεξε αμέσως στην αδερφή της να της πει τα νέα.

Και η Μέι όταν άκουσε τα νέα, δυσανασχέτησε. Η θεία Μπεφάνα, ήταν μια εκνευριστική μα φιλική και απίστευτα γενναιόδωρη νεράιδα- μάγισσα. Δε σταματούσε στιγμή να μιλάει και όλη την ώρα τους έδινε συμβουλές για το πως έπρεπε να φέρονται ως νεαρές νεράιδες.

Πέρα απο τη γνώμη όμως των κοριτσιών , η Μπεφάνα είναι η αγαπημένη νεράιδα των Χριστουγέννων . Δεν έχει την αγγελική μορφή που έχουν οι περισσότερες νεράιδες αλλά είναι γριά και μάλλον άσχημη θα έλεγε κανείς. Με τη γαμψή της μύτη και το μυτερό της πηγούνι, σε συνδυασμό με το μεταφορικό μέσο που χρησιμοποιεί-ένα μαγικό ιπτάμενο σκουπόξυλο- πολλοί που δεν ξέρουν τη χρυσή καρδιά που έχει, την κατατάσσουν στην εικόνα που έχουμε όλοι για τις κακές μάγισσες!

-Αυτό μας έλειπε τώρα! αναστέναξαν και οι δυο, σκεπτόμενες το έργο που είχαν να επιτελέσουν για να βοηθήσουν τους φίλους τους και ότι ήδη είχαν καθυστερήσει πολύ!

Η Ίλια,στην κουζίνα απο το πρωί ετοίμαζε τα αγαπημένα φαγητά της φίλης της, της Μπεφάνα. Μπρόκολα, μπισκότα βρώμης και δυνατό σπιτικό κρασί.

Η Ίλια ήταν φίλη με τη Μπεφάνα, απο τότε που μικρά παιδάκια και οι δυο τους, παίζανε αμέριμνα στο νεραιδοδάσος και κάνανε σκανταλιές.

Τώρα πια, που μεγάλωσαν και γέρασαν αρκούνταν στο να βρίσκονται που και που για λίγο κουτσομπολιό.

Όταν ο ήλιος λοιπόν έφτασε στο ψηλότερο του σημείο , φάνηκε στον ουρανό ψηλα΄ένα σημαδάκι που όλο και πλησίαζε στη γη με πολύ γρήγορο ρυθμό.

Ήταν η Μπεφάνα φυσικά πάνω στο σκουπόξυλο της με ένα μεγάλο σακούλι απο πίσω φορτωμένο με δώρα για τις ανεψιές της, να τρέχει σαν σίφουνας!

-Αχ! πως τρέχει πάντα έτσι, θα σπάσει το κεφάλι της καμιά μέρα, είπε η Ίλια στην γαλάζια νεράιδα ενώ στέκονταν και οι δυο τους και την κοιτούσαν πάνω στο κλαρί της βελανιδιάς.

Καθώς η Μπεφάνα πλησίαζε τη γέρικη βελανιδιά στο ψηλότερο της σημείο που βρισκόταν το σπίτι της ανηψιάς της-της γαλάζιας νεράιδας- ένας λάθος υπολογισμός πτήσης, την έκανε να προσγειωθεί άτσαλα και ανώμαλα μέσα σε ένα κλαδί με πολύ πυκνό φύλλωμα!

Το σκουπόξυλο, μπερδεύτηκε μέσα σε κάτι ξερά κλαδιά ενώ τα ατίθασα ασπροκόκκινα μακριά μαλλιά της Μπεφάνα, γέμισαν φύλλα και κλαδάκια.

Πολύ γρήγορα, η γαλάζια νεράιδα, πέταξε προς τα εκει να την βοηθήσει. Είχε σφηνωθεί για τα καλά!

Με ένα απαλό σφύριγμα κάλεσε τις αγαπημένες της βοηθούς, τις πυγολαμπίδες. Αυτές, πετώντας τριγύρω απο τη γριά θεία, κατόρθωσαν να την ξεμπλέξουν και να την τραβήξουν έξω.

- Αχ! τι πτήση ήταν κι αυτή!!! αναστέναξε η Μπεφάνα μόλις πάτησε σώα και αβλαβής πια το πόδι της στο κατώφλι του σπιτιού.

- Θα σκοτωθείς καμια ώρα θεία μου, έκανε ανήσυχα η νεράιδα.

- Μην ανησυχείς ανηψιά, κακό σκυλί ψόφο δεν έχει!

Η Μπεφάνα, ευχαρίστησε τις πάντα πρόθυμες πυγολαμπίδες, που πέταξαν γρήγορα μακριά για να συνεχίσουν το μεσημεριανό τους ύπνο.

Η Ίλια , όλο ανησυχία αλλά και χαρά που έβλεπε τη φιλενάδα της μετά απο καιρό την αγκάλιασε και τη φίλησε ενώ οι δυο μικρές νεραιδούλες,διασκεδάζοντας με το αλλόκοτο θέαμα που παρουσίαζε πριν η θεία τους, έτσι που ήταν σφηνωμένη μέσα στα κλαδιά, κρατούσαν τις κοιλιές τους αφού είχαν σκάσει απο τα γέλια !

Η μητέρα τους, τις αγριοκοίταξε και αυτές σώπασαν μεμιάς.

Τώρα κοιτούσαν όλο προσμονή το γεμάτο σακούλι της Μπεφάνα που το είχε κρεμάσει στον ώμο της.

- Να και οι όμορφες μου ανιψούλες! Για ελάτε κοντά μου, τους έγνεψε με το γέρικο της δάχτυλο που το στόλιζε ένα κατάμαυρο, μακρύ, γαμψό νύχι!

Οι νεραιδούλες, δισταχτικά, την πλησίασαν αφού ήξεραν τι τις περίμενε.

Μεμιας, η γριά νεράιδα, τις άρπαξε στην αγκαλιά της και τους έσκασε στα μάγουλα κάμποσα ρουφηκτά φιλιά.

<Μπλιαχχχ! > σκέφτηκαν και οι δυο!

- Μα πάμε μέσα, τι στεκόμαστε εδώ, έκανε η Ίλια και τους οδήγησε στο εσωτερικό του σπιτιού. Η Μέι και η Φέι δεν έλεγαν να ξεκολλήσουν τα μάτια τους απο το βαρυφορτωμένο σακούλι. Μετά το πλούσιο γεύμα τους και μετά τα αρκετά ποτήρια κρασί που κατανάλωσε η νεράιδα Μπεφάνα, γύρισε και κοίταξε τις ανυπόμονες μικρές.

- Για πείτε μου, ήσασταν καλά κορίτσια τον καιρό που έλειπα;

- Μα, ναι, θεία μου, πάντα είμαστε, είπαν και οι δυο με μια φωνή και με συνωμοτικό βλέμμα παρακαλώντας σιωπηρά τη μητέρα τους να μην αναφέρει την πρόσφατη ανυπακοή τους. Όπως κι εκείνη βέβαια έκανε.

- Ωραία! έκανε ικανοποιημένη η Μπεφάνα, αυτό το σακούλι είανι για εσάς!

Και τους έδειξε επιτέλους το πολυπόθητο βαρύ σακούλι που το περιεχόμενο του τις απασχολούσε εδώ και ώρες!

Μεμιάς σηκώθηκαν απο τις καρέκλες τους και όρμησαν πάνω του.

Τι θαυμαστά πράγματα τους είχε φέρει πάλι! Πανέμορφα φουστανάκια στα χρώματα του ουράνιου τόξου, κορδέλες πολύχρωμες για τα μαλλιά τους , χρυσά καθρεφτάκια με χτένες , μπάλες χρυσαφιές και ασημιές για να παίζουν με τους φίλους τους και γλυκά, πολλά γλυκα!

- Αχ! θεία, τις κακομαθαίνεις! είπε η γαλάζια νεράιδα, κουνώντας το κεφάλι της.

- Ευχαριστούμε, θεία! είπαν με μια φωνή τα νεραιδοκόριτσα και έτρεξαν στο δωμάτιο τους να περιεργαστούν τα δώρα τους με την ησυχία τους.

- Λοιπόν, αγαπητή μου φιλενάδα, έκανε πρόσχαρα η Ίλια, πώς πάει η συνεργασία σου κι αυτή τη χρονιά με τον Άγιο Βασίλη;

Η Μπεφάνα, κούνησε το κεφάλι της.

- Με τον Άγιο Βασίλη, καλά, πολύ καλά τα πάμε! Αν δεν ήτανε όμως κι αυτά τα βρομερά, ατίθασα καλικαντζαράκια του που μου έχουν πρήξει το κεφάλι με τις σκανταλιές τους την ώρα που δουλεύουμε, όλα θα ήταν καλύτερα!

Η νεράιδα Μπεφάνα, ήταν εδώ και λίγα χρόνια στενή συνεργάτιδα του αγαπημένου όλων των παιδιών. Του Άγιου Βασίλη!!! Τον βοηθούσε όχι μόνο στο εργαστήριο κατασκευής παιχνιδιών αλλά και στη διανομή τους στα παιδιά τις γιορτινές μέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.

Η Μπεφάνα , χασμουριόταν τώρα καθώς μετά το πλούσιο φαγητό και το άφθονο κρασί ένιωθε μεγάλη νύστα.

- Πρέπει να πηγαίνω, είπε στην Ίλια και στην ανηψιά της , ειδάλλως θα με βρει το βράδυ σε κανένα δέντρο πάλι σφηνωμένη, έτσι που δε βλέπω μπροστά μου!

Έτσι χαιρετίστηκαν και ανανέωσαν το ραντεβού τους για όσο το δυνατόν πιο σύντομα.

Η Μέι και η Φέι , έτρεξαν απο το δωμάτιο τους για να την χαιρετίσουν και να την ευχαριστήσουν για μια ακόμη φορά για τα όμορφα δώρα που τους είχε φέρει.

Λίγο μετά, η Μπεφάνα , ανέβηκε στο σκουπόξυλο της και με μια κοφτή κίνηση του χεριού της, το διέταξε να πετάξει. Γρήγορα αυτό ανυψώθηκε και σε λίγο χάθηκε απο τα μάτια τους μαζί με την περίεργη επιβάτισσα του.

Η Μέι και η Φέι κοίταξαν τη μητέρα τους κι εκείνη θυμήθηκε την υπόσχεση της.

- Εντάξει, τους είπε, μπορείτε να βγείτε για παιχνίδι. Προσεκτικά όμως , τους τόνισε. Τη φίλησαν και πέταξαν βιαστικά. Η γαλαζια νεράιδα, πέρα απο τις φασαρίες με τις κορούλες της ήταν ευχαριστημένη. Με ένα μαγικό ξόρκι την προηγούμενη μέρα η Μάντισσα την είχε βοηθήσει να ανακαλύψει το λόγο που τα αστέρια στον ουρανό είχαν αρχίσει να λιγοστεύουν. Μπορούσε πια να βοηθήσει την νεράιδα των δοντιών ! Της είχε στείλει κιόλας μήνυμα απο το πρωί με τον ταχυδρομικό αετό.
(συνεχίζεται)

9 σχόλια:

thumbelina είπε...

Γειά σου γλυκιά νεράιδα, το ιστολόγιο σου είναι πράγματι παραμυθένιο....
δεν διάβασα την ιστορία σου γιατί τώρα δεν είχα χρόνο, θα επανέλθω για να τη διαβάσω από το part 1....
καλό βράδυ!!!!!
:))

marilise είπε...

νάτο νάτο νάτα πάλι τα Χριστούγεννα χωρίς την Φρικαντέλα αλλά με την Μπεφάνα !!!!!

Katerina είπε...

Παραμυθένια, νεραιδοξωτικένια, αγαπημένη μου πόσο όμορφος είναι αυτός ο κόσμος, που μας ταξιδεύεις! Γεμάτος πολύχρωμες κορδέλες, γλυκάκια και παιχνίδια!

Christiana ✾ Χριστιάνα είπε...

Τρυφερό, ονειρικό γεμάτο χρώματα και μυρωδιές!

Dear Fireflies είπε...

Hello there :) It was so nice to see you visiting my blog, which of course brought me to yours! Your lovely bright colored art just put a smile on my face! (^-^)

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ είπε...

Εδώ ξανά ονειρεύεσαι σαν το παιδί που κάποτε ήσουν και που κάποτε πρέπει να ξαναγίνεις. Τι ιστορίες τι χρώματα, τι συναίσθημα.

Αγγελικη Ν είπε...

Θέλω και άλλο! Ξυπνάς το πιτσιρίκι μέσα μου!

to alataki είπε...

Πάει, ξεμωράθηκα.
Σου στέλνω μέιλ σήμερα...

eirini katsa είπε...

Aχ...θα στο ξαναπώ...
Πόσο ζεστό και τρυφερό blog!!!
Τί παραμύθια...τί χρώματα...!!!
Μόλις σε διαβάζω,είναι ένα ευχάριστο διαλείμμα!!!
Να΄σαι πάντα καλά!!
Το χρειαζόμαστε όλοι!!
;)